Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εύκολη διαδρομή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εύκολη διαδρομή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Τα βήματα στην αρχαία Ριζηνία-Πρινιάς-Αγ.Παντελεήμονας

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Τα βήματα στην αρχαία Ριζινία - Πρινιάς # (...) Ν' αγκαλιάσουμε τα μεγάλα δέντρα Που στον κάθε κορμό έχουμε χαράξει Εδώ και χρόνια τα ιερά ονόματα Νά τα συλλαβίσουμε μαζί Να τα μετρήσουμε ένα ένα Με τα μάτια ψηλά στον ουρανό σαν προσευχή (...) Μ. Αναγνωστάκης #super_greece #wu_greece #photocontest #king_greece #instatraveling#incrediblecrete #fsigher #nature #naturephotography #awesome_phototrip #meanwhileincrete #wonderful_icons_greece #great_photos_greece #sonygreece #aboutheraklion #bestplaces_greece

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Anna Daskalaki (@daskalakian9) στις

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020

Φαράγγι και παραλία της Αγριόμαντρας

 

Όμορφο και συνάμα πρωτότυπο το όνομα αυτού του φαραγγιού που συνάδει απόλυτα με το άγριο, φυσικό, κρητικό τοπίο που δεσπόζει σ’ ένα από τα πιο μικρά, αλλά εντυπωσιακά φαράγγια της Ανατολικής Κρήτης και καταλήγει σε μια καλά κρυμμένη, μοναδική παραλία. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Καβούσι της Ιεράπετρας στο οροπέδιο Λάκκος του Αμπελιού, 24 χιλιόμετρα ανατολικά του Αγίου  Νικολάου.

 Η διαδρομή από το Ηράκλειο είναι ιδιαίτερα όμορφη και εύκολη μέχρι και αρκετά μετά την Παχιά Άμμο. Τα πράγματα δυσκόλεψαν λιγάκι μονάχα, όταν μπήκαμε στον χωματόδρομο που οδηγεί στο φαράγγι, γιατί για να προσεγγίσεις την είσοδο του φαραγγιού με αυτοκίνητο, θα πρέπει να ακολουθήσεις αρχικά τον χωματόδρομο που φτάνει στο μικρό αυτό οροπέδιο από το Καβούσι. Τα χαμηλά, επιβατηγά αυτοκίνητα φτάνουν μέχρι ένα ορισμένο σημείο, πριν την είσοδο του φαραγγιού, μιας και ο χωματόδρομος είναι κακοτράχαλος. Ωστόσο, στη διαδρομή αυτή συναντήσαμε πολλά «μετόχια» με ντόπιους που απολάμβαναν την ηρεμία της φύσης κοντά στις περιουσίες τους.

Η Αγριόμαντρα, όπως πληροφορήθηκα, χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως μικρό λιμάνι κατά την Ενετοκρατία, γι’ αυτό και διακρίνονται κτιριακά κατάλοιπα τριγύρω στην περιοχή. Μέχρι και το 1920, η προφυλαγμένη από τα τεράστια βράχια παραλία, χρησιμοποιούνταν ως απάνεμο λιμάνι για τη μεταφορά πυρήνας, ζώων και άλλων φορτίων στον Άγιο Νικόλαο, καθώς δεν υπήρχε οδικό δίκτυο στην περιοχή. Εδώ, υπήρχε και μικρό τελωνείο και ένα πηγάδι για την άντληση νερού.

Το μέρος δεν είναι απρόσιτο για έναν μέσο επισκέπτη που δεν έχει συνηθίσει να κάνει πεζοπορία, μιας και από το φαράγγι ως την παραλία, η διαδρομή διαρκεί γύρω στα 50 λεπτά, αν συνυπολογίσει βέβαια, κανένας και τον χρόνο μέχρι λίγο πριν την είσοδο του φαραγγιού, σε περίπτωση που δεν έχει το κατάλληλο αυτοκίνητο για να φτάσει αρκετά κοντά. Αυτό όμως, για το όποιο πρέπει να είναι προετοιμασμένος κάποιος είναι ότι η περιοχή γύρω από την είσοδο είναι γεμάτη μελίσσια μιας και υπάρχουν χαμηλοί θάμνοι παντού με άφθονη τροφή για τις μέλισσες. Είναι εκπληκτικό το βουητό των μελισσών που είναι κρυμμένες στους θάμνους όσο περνάς μέσα από το μονοπάτι που οδηγεί στην πύλη! Ωστόσο, πρέπει να φοράς ρούχα που καλύπτουν όλο το σώμα και να είσαι γρήγορος στην πορεία σου και διακριτικός για να τις αποφύγεις. Και φυσικά, να κρατάς τα απαραίτητα φαρμακευτικά σκευάσματα σε περίπτωση τσιμπήματος…

Υπάρχει βέβαια, κι η ασφαλέστερη και πιο ξεκούραστη προσέγγιση της παραλίας μέσω θαλάσσης, μιας και οι ψαράδες έχουν διαμορφώσει ένα χώρο για πικ-νικ με ξυλόφουρνο, τραπέζι και πάγκους που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι επισκέπτες με οποιονδήποτε τρόπο κι αν επιλέξουν να φτάσουν ως εκεί. Φυσικά, η ωραιότερη πινελιά στο σκηνικό, ήταν μια μεγάλη αιώρα από δίχτυ, δεμένη στο δέντρο δίπλα στη θάλασσα, που όπως ήταν εύλογο όλοι δοκιμάσαμε για λίγη περισσότερη χαλάρωση..

Το μειονέκτημα, αν επιλέξεις τη διαδρομή μέσω θαλάσσης, είναι ότι χάνεις την ευκαιρία να διασχίσεις ένα εκπληκτικής ομορφιάς φαράγγι, σχετικά ευκολοδιάβατο και με απίστευτη θέα από ψηλά. Οι διαδοχικοί φράχτες που πρέπει να περάσεις μέχρι να φτάσεις στο μικρό σπήλαιο Άγιος Ιωάννης που υπάρχει μέσα στο φαράγγι, σε κάνουν να νιώθεις πράγματι «αγριοκάτσικο» εγκλωβισμένο σε αγριόμαντρα, δικαιολογώντας κατά μια έννοια το όνομα του φαραγγιού!

Το εν λόγω σπήλαιο, που βρίσκεται περίπου στα μισά της διαδρομής, φαίνεται πως λαξεύτηκε παλαιότερα από ανθρώπινο χέρι και τώρα πιο πρόσφατα, έχει προστεθεί εξωτερικά, ένας πετρόχτιστος τοίχος. Το σπήλαιο του Αγ.Ιωάννη δεν έχει μέσα εικόνες ή άλλα λατρευτικά σκεύη, όμως υπήρξε από πολύ παλιά σπηλαιώδης ναός που ήδη είχε εντοπίσει  ο περίφημος Τζουζέπε Τζερόλα, κατά τη διάρκεια της έρευνας και της ιστορικής, αρχιτεκτονικής και φωτογραφικής καταγραφής περιοχών της Κρήτης.

Αυτό όμως, που πραγματικά σε κερδίζει σ’ αυτό το σημείο της διαδρομής, εκτός από τον σπηλαιώδη ναό, είναι ο τεράστιος σταυρός που υψώνεται στο σημείο και δεσπόζει στην απίστευτη θέα προς τη θάλασσα που απλώνεται στον ορίζοντα. Από αυτήν τη θέση βλέπεις από ψηλά, πριν ακόμη φτάσεις στο χαμηλότερο επίπεδο του φαραγγιού, τη μαγευτική παραλία στην οποία αυτό καταλήγει. Εκεί, σταμάτησα αρκετή ώρα, με το δίκιο μου, για πολλές φωτογραφίες και έτσι έχασα για λίγο τους υπόλοιπους της ομάδας που τρέξανε να δροσιστούν στα καταγάλανα νερά της παραλίας…

Κατεβαίνοντας λοιπόν, με την ησυχία μου, τους βρήκα κάτω από το μεγάλο αρμυρίκι που πρόσφερε απλόχερα τη σκιά του δίπλα σ’ άλλη μια παρέα που είχε ¨στρατοπεδέυσει¨ από πάνω στον μεγάλο πάγκο και το τραπέζι που υπάρχει εκεί, όπως προανέφερα, και προσφέρεται για ωραία φαγοπότια με φίλους πλάι στη θάλασσα!

Ο κόλπος είναι σχετικά μικρός, προστατευμένος απ’ τον πολύ αέρα και τα νερά είναι κρυστάλλινα. Ευτυχώς για μας, την ημέρα που το επισκεφτήκαμε είχε αρκετό αέρα στ’ ανοιχτά, οπότε από τη θάλασσα δεν είχαμε καμία καινούργια άφιξη, πέρα από την παρέα που βρήκαμε ήδη εκεί.

Αν κολυμπήσει κανείς πιο βαθειά στη θάλασσα, μπορεί να παρατηρήσει δυο τεράστια βράχια που αφήνουν ένα μικρό άνοιγμα ανάμεσα τους και θυμίζουν τις συμπληγάδες πέτρες της Οδύσσειας. Από ένα τολμηρό μέλος της παρέας μάλιστα, που δεν δίστασε να σκαρφαλώσει στα βράχια από τη στεριά (γιατί ακριβώς, οι βράχοι αυτοί του ξύπνησαν την περιέργεια) και να εξερευνήσει την πίσω μεριά, πληροφορήθηκα πως οι απότομοι βράχοι πίσω, δημιουργούν όντως το απίστευτο απόκοσμο τοπίο που διάβαζα, πριν επισκεφτώ την Αγριόμαντρα.

Προφανώς, από την περιγραφή του, καταλάβαμε πως περπάτησε βόρεια, κατά μήκος της ακτογραμμής προς την τοποθεσία «Θόλος».  Οι ντόπιοι ταξιδιωτικοί οδηγοί λένε, ότι αφού περάσει κάποιος μετά από 400μ δίπλα από την ερημική παραλία στην τοποθεσία Συκιές, θα εντυπωσιαστεί από το απόκοσμο τοπίο που δημιουργούν κατακόρυφοι βράχοι. Οι γκρεμοί αυτοί φτάνουν στο μέγιστο ύψος τους (219μ), στη γωνία ενός επιβλητικού ακρωτηρίου που οι ντόπιοι ονομάζουν Σπαθί του Χωματά. Μάλιστα, στη βάση του Σπαθιού σχηματίζεται μια παραλία με καταγάλανα βαθιά νερά όπου η πρόσβαση γίνεται αποκλειστικά με βάρκα.

Παρ’ όλα αυτά, κι εμείς οι υπόλοιποι που σταθήκαμε λιγότερο τολμηροί αποζημιωθήκαμε πλήρως από την υπόλοιπη πιο βατή διαδρομή μέσα απ’ το φαράγγι και την υπέροχη παραλία! Η δε επιστροφή μας, ήταν ακόμα πιο διασκεδαστική. Δυο μέλη της παρέας που κατέφθασαν με αγροτικό όχημα και έφτασαν μέχρι την είσοδο του φαραγγιού μας μετέφεραν για λίγα μέτρα στην καρότσα μέχρι το αυτοκίνητό μας, κι έτσι η μικρή μας «απόδραση», σ’ αυτό τον ωραίο προορισμό μου θύμισε κάτι από τα παιδικά μου χρόνια στο χωριό… Δεν έχετε λοιπόν, παρά να δοκιμάσετε μια επίσκεψη στην Αγριόμαντρα. Το καλοκαίρι στην Κρήτη εξάλλου, δεν έχει ακόμα τελειώσει..

Α.Δ

 

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020

Υπάρχουν όμως κάτι πόρτες...



Άνω Ελούντα


 Η πόρτα ενός σπιτιού δεν είναι κάτι ασήμαντο,γιατί είναι εκείνη που δηλώνει τον χαρακτήρα του σπιτιού που θα μπεις. Ίσως μάλιστα, σου "προδίδει" και κάτι για τον χαρακτήρα του σπιτονοικοκύρη και της σπιτονοικοκυράς...Υπάρχουν πόρτες που θες ν' ανοίξεις κι άλλες όχι. Κι είναι σημαντικές για ένα και μόνο λόγο, είναι αυτές που μετατρέπουν το σπίτι σε σπιτικό. Έτσι, απλά...

"Ναι αγαπημένη μου,

εμείς γι΄αυτά τα λίγα κι απλά πράγματα πολεμάμε

για να μπορούμε να 'χουμε μια πόρτα, εν' άστρο, ένα σκαμνί

ένα χαρούμενο δρόμο το πρωί

ένα ήρεμο όνειρο το βράδυ"

Τ.Λειβαδίτης

Άνω Ελούντα

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Ποτέ μην λες όχι σε μια πεζοπορία!


Μια διαδρομή ακόμη κι αν είναι γνωστή και οικεία σε μας, δεν παύει ποτέ, να έχει κάτι καινούργιο να μας προσφέρει. Δεν έχει σημασία, αν επιλέξουμε να κάνουμε πορεία σ’ έναν δρόμο ή μια περιοχή που περπατάμε από παιδιά. Πάντα, θα υπάρχει κάτι καινούργιο στην πορεία που θα μας εκπλήξει ή θα προσέξουμε κάτι που δεν είχαμε δει πρωτύτερα ή ακόμη μπορεί η τωρινή διαδρομή θα σημαδευτεί από μια ωραία κουβέντα που θα κάνουμε με τους συνοδοιπόρους μας και θα μας μείνει αξέχαστη. Γι΄ αυτό λοιπόν, την επόμενη φορά που κάποιος σας ζητήσει να περπατήσετε μαζί του, μην το αρνηθείτε! Το περπάτημα ανοίγει δρόμους επικοινωνίας με την φύση, αλλά και με τους γύρω μας και από κάθε άποψη είναι χρόνος που περνά ποιοτικά και δε χαραμίζεται.

Βενεραθιανός κάμπος

 Όλες οι εποχές του χρόνου προσφέρονται για περπάτημα και ιδιαίτερα το καλοκαίρι είναι όμορφο και προσφέρεται να παρακολουθήσει κανείς τις πορείες που γίνονται από ανθρώπους που δε συνηθίζουν να περπατούν, αλλά με την ευκαιρία μιας θρησκευτικής γιορτής, όπως ο δεκαπενταύγουστος ή η γιορτή του Χριστού στις 6 του Αυγούστου, για την εκπλήρωση ίσως κάποιου τάματος βγαίνουν στους δρόμους.
 Δέχτηκα λοιπόν, την πρόσκληση του αδερφού μου για μια γνωστή πεζοπορία που κάνουν πολλοί κατά την περίοδο του δεκαπενταύγουστου, από το Κυπαρίσσι προς τη μονή της Παλιανής στο Βενεράτο. Ενώ, έχω ξανακάνει τη διαδρομή αυτή αφέθηκα σ’ εκείνον να παίξει τον ρόλο του οδηγού και να με καθοδηγήσει κι εγώ αρκέστηκα να προετοιμάσω την τροφοδοσία μας. (θυμηθείτε! Ποτέ δεν φεύγουμε από το σπίτι χωρίς λίγο φαγητό και νερό, όσο κοντινή κι αν είναι η διαδρομή που πρόκειται να διανύσουμε). 
                                       

Ξεκινήσαμε νωρίς το απόγευμα, για να προφτάσουμε να επιστρέψουμε πριν πέσει ο ήλιος. Η πορεία μας μέσα από τον παλιό δρόμο που ένωνε το Κυπαρίσσι με το Βενεράτο είναι πανέμορφη και καταπράσινη, παντού βλέπεις αμπέλια, φορτωμένα με σταφύλια, μιας και πλησιάζει ο καιρός του τρύγου. Όμως, δεν ακολουθούμε μέχρι τέλους τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Μόλις περνάμε το εγκαταλελειμμένο πια από κατοίκους χωριό του Πύργου, κόβουμε δρόμο μέσα από ένα χωράφι με ελιές. Έπειτα, λίγο πιο κάτω περνάμε κι ένα ωραίο μικρό μποστάνι και συνεχίζουμε.

 
Αγία Παρασκευή

 Ο αδερφός μου έχει επιλέξει τώρα, ένα μικρό αγροτικό δρόμο που τον έχουν στρώσει με τσιμέντο, σχεδόν παράλληλο με το περίφημο στην περιοχή, φαράγγι του Αγ.Φανουρίου. Η θέα σε όλο τον βενεραθιανό κάμπο που διασχίζουμε είναι φοβερή, μα είναι καιρός για λίγο διάλειμμα. Δεν υπήρχε καλύτερος τόπος να ξαποστάσουμε και να φάμε το φρούτο μας, παρά στα ολόλευκα πεζούλια και την τεράστια σκιά του προαύλιου χώρου της εκκλησιάς της Αγ.Παρασκευής που ξεπροβάλει πανέμορφη μέσα σε ένα τοπίο καταπράσινο, γεμάτο αμπέλια και δέντρα. Συναντάμε κόσμο εδώ που κάνει την ίδια διαδρομή μ’ εμάς και μου φαίνεται παράξενο πόσο πολυσύχναστος έγινε αυτός ο δρομάκος αυτές τις ημέρες. 


Εσωτερικό Αγ. Παρασκευής

Συνεχίζοντας την πορεία μας, το έδαφος γίνεται πια πιο ανηφορικό, μα και πιο ενδιαφέρον, γιατί κανείς μπορεί να παρατηρήσει την κάτοψη του χωριού Βενεράτο από μια εντελώς διαφορετική γωνία. Το ίδιο συμβαίνει και με το μοναστήρι της Παλιανής του οποίου θα σας δείξω αυτή τη φορά την πλαϊνή μεριά που δεν είναι και η πιο συνηθισμένη και οικεία εικόνα για τους προσκυνητές.

Ιερά μονή Παλιανής
                                      
 Η ώρα περνάει και πρέπει να είμαστε γρήγοροι, αν θέλουμε να έχουμε φως στην επιστροφή μας. Προσκυνάμε γρήγορα στο μοναστήρι, τρώμε λίγο άρτο που μας φίλεψαν εκεί κι αρχίζουμε να κατηφορίζουμε τον λόφο ξανά στο πλάι της μονής. Ο αδερφός μου φωνάζει λίγο να βιαστώ, μα πως μπορεί κανείς να μη θαυμάσει τη δύση του ηλίου σ’ αυτό το μέρος καθώς αρχίζει να σουρουπώνει σε όλο τον κάμπο. Την ηρεμία αυτής της ώρας διακόπτουν οι φωνές κι άλλων γυναικών και παιδιών που περνούν το μονοπάτι για να εκπληρώσουν το τάμα τους στην Παναγία.


 
Βενεράτο

 Αρχίζει, να σουρουπώνει για τα καλά και έχουμε επιταχύνει, παρόλα αυτά δεν υπάρχει καταλληλότερη ώρα για να θυμηθούμε ιστορίες παλιές με ξωτικά και νεράιδες που λέγανε πως υπήρχαν κοντά στα ποτάμια οι παλιοί κάτοικοι της περιοχής. Σκέφτομαι, πόσο ευνόησε αυτό το καταπράσινο περιβάλλον με το ποτάμι να τρέχει μέσα στο φαράγγι, τη δημιουργία αυτών των ιστοριών που αποτελούν πλέον τη λαογραφική μας παράδοση. 

                                        
Βενεράτο

 Φτάνουμε ξανά στον Πύργο, στην άκρη του δρόμου συναντάμε μια αμυγδαλιά και γεμίζουμε τις τσέπες μας πικραμύγδαλα. Τα φώτα του δρόμου στο ερημωμένο χωριό άναψαν και μας βοηθούν να προχωρήσουμε. Ευτυχώς, έχει φεγγάρι από κει και πέρα, δεν θέλουμε να ανάψουμε φακούς και να χαλάσουμε το υπέροχο σκηνικό που στήνει η νύχτα….Τα φώτα του Κυπαρισσιού και πιο πέρα του Προφήτη Ηλία στο βάθος φαίνονται πια. Ένα ζεστό φαγητό μας περιμένει στο σπιτικό μας ως επιβράβευση για την επίτευξη του «στόχου» μας. Είναι 9.00 μ.μ πια και το ρολόι μου έχει μετρήσει ήδη 20.600 βήματα! 
Οι πορείες και ιδιαίτερα οι θρησκευτικές πεζοπορίες του καλοκαιριού, είναι όμορφες, όχι τόσο για τον σκοπό τους πιστεύω, όσο για τη σημασία της συμπόρευσης με τον άλλο που μας μαθαίνουν και δυστυχώς, οι περισσότεροι το ξεχνάμε αυτό, όλο τον υπόλοιπο χρόνο. Ας περπατάμε με κάθε αφορμή κι αιτία εύχομαι εγώ. Μην λέτε λοιπόν, όχι από δω και πέρα σε καμιά πεζοπορία με τα αγαπημένα σας πρόσωπα! 
Α.Δ


Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

Προορισμός…..Σητεία

Η Σητεία είναι ένα από τα μέρη της Κρήτης που δεν είχα μέχρι πρόσφατα, την ευκαιρία να εξερευνήσω. Μια φορά έτυχε να κάνω βόλτα στην παραλιακή της πόλης, όμως ο συνδυασμός των πολλών στροφών με την αφόρητη μεσημεριανή ζέστη δε μου επέτρεψαν να εκτιμήσω την αξία αυτού του τόπου. Φυσικά, η επιστροφή μου εκεί φέτος το καλοκαίρι, μου απέδειξε πως η πρώτη εντύπωση δεν ήταν και η πιο σωστή….


Η πόλη της Σητείας χτισμένη πάνω σε λόφο, θυμίζει έντονα το νησί της Σύρου. Είναι γεμάτη με νεόδμητα ή αναπαλαιωμένα, όμορφα φροντισμένα σπίτια και διαθέτει μια περιποιημένη και καλοφτιαγμένη παραλιακή. Ψηλά στον λόφο δεσπόζει το κάστρο της Σητείας, η περίφημη Καζάρμα που είναι επισκέψιμη τα πρωινά και διαθέτει πανοραμική θέα του κόλπου της Σητείας. Ολόκληρη η πόλη με τα κτήρια της διαπίστωσα πως γίνεται μαγευτική, όσο πέφτει η νύχτα και ανάβουν σιγά-σιγά τα φώτα της, ήδη από το πρώτο βράδυ που έμεινα εκεί. Περίμενα υπομονετικά μέχρι να πέσει το μπλε κατά τη δύση του ήλιου και όπως θα δείτε το αποτέλεσμα με αποζημίωσε και με το παραπάνω…

Πρόκειται για μια πόλη όλο ζωή που οι δραστηριότητες δε σταματούν ακόμα, και κάτω από τον φόβο του covid-19, μιας και παντού βλέπεις ντόπιους και τουρίστες να φορούν την απαραίτητη μάσκα προστασίας και να κάνουν τη βόλτα τους το βραδάκι στην παραλιακή. Έτσι, τα όμορφα ταβερνάκια και οι καφετέριες που βρίσκονται κατά μήκος της είναι πάντα γεμάτα τις ζεστές βραδιές του καλοκαιριού. Και δεν τους αδικώ, γιατί κι εγώ είχα την τύχη να απολαύσω το βραδινό μου σ’ ένα από αυτά και να βλέπω παράλληλα το υπέροχο λιμάνι και το ολόγιομο φεγγάρι να ξεπροβάλλει από το απέναντι βουνό…

Η επόμενη μέρα είναι μέρα εξερεύνησης. Προορισμός μου, οι μαγευτικές παραλίες του Ξερόκαμπου. Η περιοχή βρίσκεται μόλις 47χλμ νότια από την πόλη της Σητείας και η διαδρομή που διαλέξαμε προς Ζάκρο, μετά από συστάσεις των ντόπιων κατοίκων, για να φτάσουμε εκεί, ήταν όντως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, γιατί το τοπίο δε θυμίζει σε τίποτα τις καταπράσινες διαδρομές που κάνει κάποιος, όταν εξερευνά για παράδειγμα τους νομούς Χανίων και Ηρακλείου.

Ο τόπος έρημος, ξερός (ίσως σε αυτό οφείλει το όνομα η περιοχή) με χαμηλούς θάμνους, λίγες ελιές εδώ κι εκεί κι ένα πανέμορφο μωβ χώμα σε μερικά σημεία, έφερε σε πολλά σημεία της διαδρομής στο μυαλό μου τη γειτονική Σαντορίνη. Μια από τις αναπάντεχες εκπλήξεις…. η παρουσία ενός όμορφου μιτάτου ακριβώς πάνω στον δρόμο λίγο πριν τη Ζάκρο!

Ο Ξερόκαμπος διαθέτει φοβερές παραλίες παρά το άνυδρο τοπίο του, όπως η Αλατσολίμνη, το Λιμανάκι, η Καραβόπετρα, τα Βουρλιά, ο Γεροντόλακκος κ.α, σε σημείο να μην ξέρεις σε ποια να πρωτοκολυμπήσεις. Όμως, εγώ έψαξα για την παραλία του Άργυλου που είναι γνωστή για τις ευεργετικό, φυσικό σπα που μπορεί να κάνει κάποιος, λιώνοντας και απλώνοντας στο δέρμα του κομμάτια αργύλου που υπάρχουν άφθονα στην παραλία αυτή. Εκεί, διασκέδασα πολύ βλέποντας μεγάλους και μικρούς να παίζουν και να είναι καλυμμένοι με πηλό αργύλου και να γίνονται άλλοι άνθρωποι μόλις βουτούσαν στο νερό!


Μετά από μια δροσιστική μπύρα και φαγητό σ’ ένα από τα ταβερνάκια της παραλίας για να πάρω δυνάμεις, η διαδρομή της επιστροφής ξεκινά με μια μικρή στάση στην παραλία της Κάτω Ζάκρου και στον αρχαιολογικό χώρο, μέρη στα οποία καταλήγει το περίφημο φαράγγι των Νεκρών, το πέρασμα του οποίου αποτελεί εδώ και καιρό μελλοντικό στόχο. Η παραλία εκεί είναι εξίσου όμορφη και δεσπόζει η όμορφη θέα της θάλασσας και των βράχων, όσο κατεβαίνεις το λόφο προς αυτήν, ωστόσο δυστυχώς από την αρχαία πόλη της Ζάκρου δεν έχουν απομείνει πολλά πράγματα να δει κανείς…..

Επιστροφή στη Σητεία! Είναι απόγευμα πια και μετά από ένα δροσιστικό μπάνιο και την επιλογή των κατάλληλων ρούχων για τη συγκεκριμένη διαδρομή, είμαι έτοιμη για την επίσκεψη μου στη μονή Τοπλού. Εύχομαι να την προλάβω ανοιχτή, μιας και πληροφορήθηκα πως κλείνει στις 8.00 το βράδυ το καλοκαίρι για τους επισκέπτες, όμως διάλεξα αυτή την ώρα για να μην έχει πολύ κόσμο και να μπορέσω να απολαύσω την ηρεμία της μονής.

Η διαδρομή προς τη μονή είναι πανέμορφη. Βρίσκεται μόλις 11 χιλιόμετρα έξω από τη Σητεία και είναι μαγικό να τη βλέπεις να ξεπροβάλλει με το επιβλητικό καμπαναριό της, με πράσινους αμπελώνες γύρω της, καταμεσής ενός ολόξερου και αφιλόξενου τόπου, πραγματικά σαν όαση στην έρημο. Ευτυχώς, έγιναν όλα όπως ευχόμουν, η μονή δεν είχε πολλούς επισκέπτες παρά μόνο εμάς και μια οικογένεια τουριστών που κατέφθασε λίγο αργότερα.

Μπόρεσα λοιπόν, να περιεργαστώ και να φωτογραφήσω όπου επιτρεπόταν, το εκπληκτικό αυτό μοναστήρι που σου δίνει την εντύπωση απόρθητου μεσαιωνικού φρουρίου, όσο πέφτει το φως και το αγκαλιάζει. Η μονή Τοπλού έχει κι ένα πλούσιο μουσείο με λάβαρα, παλιούς ασυρμάτους, χάρτες και πολλά άλλα αντικείμενα που θυμίζουν  τη συμβολή της ανά τους αιώνες, στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες τους έθνους. Επιπλέον, διαθέτει και ένα από τα καλύτερα οινοποιεία της Κρήτης και όπως ήταν φυσικό θέλησα να το επισκεφτώ για να γευτώ ένα κρασί  που με έχει εντυπωσιάσει, το «Θραψαθήρι» τους, αλλά λόγω της κατάστασης το βρήκα κλειστό για τους επισκέπτες.


Η επόμενη μέρα με βρίσκει σε αναζήτηση μιας από τις πιο διάσημες παραλίες της Κρήτης και αναφέρομαι φυσικά στο Βάι! Μια τόσο πολυδιαφημισμένη παραλία που δεν περίμενα να μου κάνει καλή εντύπωση. Τα νερά παραμένουν πεντακάθαρα παρά τη μεγάλη επισκεψιμότητα και μπορείς να δεις ψάρια να κολυμπούν δίπλα σου! 

Ωστόσο, συστήνω να πάτε νωρίς και να προτιμήσετε το αριστερό άκρο της παραλίας και όχι το οργανωμένο, για να απολαύσετε την ομορφιά του μέρους σε όλο της το μεγαλείο. Εξάλλου, το πάρκινγκ είναι κοντά και μπορείτε να πάρετε μαζί σας τη δική σας ομπρέλα. Φυσικά, μην παραλείψετε να ανεβείτε ψηλά από τα σκαλιά, για να δείτε την πανοραμική θέα της παραλίας και να κάνετε μια βόλτα στο απίθανο φοινικόδασος που με θλίψη είδα ότι σιγά σιγά μαραζώνει κι έχει απόλυτη ανάγκη προστασίας.

Επόμενη στάση μου η παραλία του Κουρεμένου, διάσημη για τους λάτρεις των θαλάσσιων σπορ και όχι μόνο. Οι δυνατοί άνεμοι που πνέουν στην περιοχή, σε συνδυασμό  με τον ανοιχτό κόλπο την κάνουν ιδανικό μέρος για παραθερισμό των ανθρώπων που αγαπούν τη δράση και βλέπεις μάλιστα, πολλούς απ’ αυτούς, να έχουν έρθει μέχρι εκεί, με τα τροχόσπιτά τους. Ωραίες εικόνες, να βλέπεις ολόκληρες οικογένειες παραθεριστών εκεί, με μαμάδες να ταΐζουν τα παιδιά δίπλα σε σανίδες του σερφ. Και κάπως έτσι, προχωρώντας ανακαλύψαμε κι εμείς, μια πολύ ωραία ταβέρνα κρυμμένη σε χωματόδρομους της περιοχής που μας αποζημίωσε με το φαγητό και την υπέροχη θέμα στον κόλπο…


Το τελευταίο βράδυ στη Σητεία, κλείνει φυσικά, με βόλτα στα υπέροχα στενά της και με την υπέροχη μουσική από το συναυλιακό χώρο του άλσους Χλουβεράκη. Ο χρόνος μου εδώ τελείωσε, όμως, απομένουν πολλά ακόμη να δω…εις το επανιδείν Σητεία!

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                      Α.Δ

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2020

Αγ.Γεώργιος - Ένας περίπατος γεμάτος παιδικές μνήμες…

 


Όταν στερείσαι κάτι, λένε, πως καταλαβαίνεις την αξία του και αυτό το ζήσαμε όλοι στη διάρκεια της καραντίνας, πριν λίγο καιρό. Οφείλω να το ομολογήσω, πως το ένιωσα κι εγώ έντονα και τώρα που πέρασε κάποιο διάστημα και καταστάλαξε αυτό το συναίσθημα μέσα μου είναι καιρός να αποτυπωθεί και στο χαρτί…

Έστελνα λοιπόν, κι εγώ το μήνυμα μου με τον πολύτιμο αριθμό 6 για περίπατο μέσα στην πόλη, μα αυτό καταλάγιαζε μονάχα για λίγο τη δίψα μου για λίγη άσκηση με  περπάτημα. Ένας περιπατητής δεν μπορεί για πολύ καιρό να πάψει να προχωρά. Όταν λοιπόν, κατάφερα για πρώτη φορά μετά απ’ όλο αυτό να πάω πρώτη επίσκεψη στο χωριό μου ξανά, ο ενθουσιασμός μου δεν περιγράφεται, γιατί υπήρχε μια γνώριμη διαδρομή που επιθυμούσα διακαώς να ξανακάνω, να επισκεφτώ το εκκλησάκι του Αγ.Γεωργίου στου Καϋμένου.

Τη διαδρομή αυτή την επέλεγε συχνά ο δάσκαλός μου για σχολική εκδρομή, όταν ακόμα ήμουν μαθήτρια του δημοτικού σχολείου, όμως, την έχω συνδέσει και με οικογενειακές στιγμές, καθώς σ’ αυτό το ξωκλήσι μαζεύονται όλες οι οικογένειες των γύρω χωριών στο Τέμενος, ανήμερα της εορτής του Αγ.Γεωργίου, για να γιορτάσουν με αρτοκλασίες, φαγητά τη μεγάλη αυτή γιορτή. Γνωστά είναι επίσης, και τα αφιερώματα τράγων και προβάτων στη χάρη του Αγίου από τους ντόπιους βοσκούς. Έτσι, κι εμείς γιορτάζαμε εκεί, τον αγαπημένο μου παππού Γιώργη, όσο ζούσε.

Αν και το εκκλησάκι αυτό δε βρίσκεται πολύ μακριά από το Κυπαρίσσι και περπατάς περίπου κανένα εικοσάλεπτο για να φτάσεις εκεί, η διαδρομή είναι πανέμορφη, μιας και έχεις μοναδική θέα που φτάνει ως τον Γιούχτα και την Ρόκα και στο βάθος αχνοφαίνεται το Ηράκλειο. Ας μην ξεχνάμε, πως κι ο Νικηφόρος Φωκάς είχε επιλέξει το Τέμενος και συγκεκριμένα τη Ρόκα στο Κανλί Καστέλι, για την εξαιρετική της θέση, όταν αποφάσισε να μεταφέρει την πρωτεύουσα του νησιού σε πιο ασφαλές μέρος, όποτε μιλάμε για μια περιοχή με εξαιρετικά χώματα, με ιστορία ανά τους αιώνες.

Περπατώντας εκεί, νιώθοντας τον ήλιο να με ζεσταίνει και τις μυρωδιές από τα αρωματικά βότανα τριγύρω νιώθω ζωντανή κι ελεύθερη όσο ποτέ. Περνάω την ξερόβρυση, βασική πηγή με τρεχούμενο νερό στην περιοχή που έχει μάλιστα, ακόμα νερό και προχωρώ. Στο βάθος μπορώ να δω ξεκάθαρα τις δυο εκκλησίες. Μέχρι, τώρα μιλούσα μόνο για μια κι ίσως μπερδευτήκατε… όμως, διατηρούνται πολύ καλά και οι δυο εκκλησίες του Αγ.Γεωργίου η μια πίσω από την άλλη, αφού οι κάτοικοι δεν γκρέμισαν την παλιά εκκλησιά, αλλά ακριβώς από πάνω έχτισαν την καινούργια. Λέγεται, πως κάποιος πιστός από το Κυπαρίσσι έταξε στον Άγιο παλιά, να αναστηλώσει την εκκλησία του, όμως επειδή τελικά η χάρη που ζήτησε δεν πραγματοποιήθηκε, ερμήνευσε το γεγονός ως επιθυμία του Αγίου να μην αναστηλωθεί η παλιά εκκλησία, κι έτσι το έργο δεν προχώρησε τότε. Αργότερα όμως, οι παλιοί κάτοικοι του Κυπαρισσιού έχτισαν μια καινούργια εκκλησία, ακριβώς  λίγα μέτρα πιο πάνω από την παλιά.


Σε αντίθεση με την καινούργια, η παλιά εκκλησία ασκούσε πάντα, μια ιδιαίτερη γοητεία πάνω μου. Όταν ήμουν μικρή τα χαλάσματά της, τα γεμάτα αγριόχορτα και κάθε είδους ζωύφια, όπως σαμιαμίδια που κρυβόταν στις παλιές πέτρες του ναού, μου ξυπνούσαν μέσα μου την επιθυμία της εξερεύνησης, όποτε βρισκόμουν στον χώρο αυτό. Και να που τώρα  πια, ο παλιός ναός αυτός αναστηλώθηκε και αναδείχτηκε όλη η ομορφιά του. Μα, ο ναός αυτός με μάγευε και για άλλους λόγους, ίσως, γιατί μου θύμιζε ιστορίες της γιαγιάς μου για βοσκούς που έπαιρναν όρκους ιερούς στο όνομα του Αγίου και που αν τους πατούσαν ερχόταν φοβερή τιμωρία.


Μια τέτοια ιστορία ήταν εκείνη που θα σας διηγηθώ. Μια βραδιά, με φοβερή κακοκαιρία κάποιοι βοσκοί αναζήτησαν καταφύγιο μέσα στον ναό μέχρι να περάσει η μπόρα. Όμως, ενώ τους είχε πάρει ο ύπνος, ένιωσαν και νόμιζαν πως είδαν μέσα στη γλυκιά ζάλη του ύπνου, έναν άνδρα με γαμπά (πανοφώρι βοσκού) να τους σκουντάει να ξυπνήσουν και να φύγουν από τον ναό γρήγορα, αν και η νεροποντή δεν είχε σταματήσει. Λόγω των αμαρτιών τους, λέγεται, πως ο Άγιος δεν τους επέτρεπε να αποσκιάσουν στο σπίτι του. Εκείνοι λοιπόν, έφυγαν κακήν κακώς και τρέμοντας από το φόβο τους αναζήτησαν καταφύγιο για τη νύχτα στο Κυπαρίσσι, όπου και διηγήθηκαν το πάθημά τους.

Μια άλλη ιστορία που μου διηγούνταν συχνά η γιαγιά, ήταν εκείνη με τον Αγ.Γεώργιο ως φοβερό καβαλάρη, όπως απεικονίζεται στις εικόνες, που σκότωσε τον φοβερό δράκο και έσωσε τη βασιλοπούλα. Μέσα από την αφήγηση αυτή η εικόνα του Αγίου θέριευε στο παιδικό μυαλό μου στις ατέλειωτες αυτές ιστορίες στις βεγγέρες με τη γιαγιά.


 Δυστυχώς, όμως, σε αυτή μου την επίσκεψη δεν ήταν ανοιχτή η παλιά εκκλησία για να τη φωτογραφήσω, έτσι, περιορίστηκα να περιεργαστώ τον νεώτερο ναό που είναι επίσης, όμορφος. Για αρκετή ώρα χάζεψα τις εικόνες που η γιαγιά ζωντάνευε τόσα χρόνια με τις ιστορίες της, θαύμασα την απλότητα του και παρατήρησα τις παλιές εικόνες. Στα χέρια μου, έπεσε και ένα μικρό βιβλιαράκι με το τροπάριο του Αγίου.

Βγαίνοντας στο προαύλιο, δεν μπορούσα να μην επισκεφτώ τα ερείπια κάποιων σπιτιών που βρίσκονται απέναντι από τον καινούργιο ναό. Εδώ, υπήρχε παλιά ένα χωριό ο Καϋμένος, μα η πανούκλα λένε πως έσπειρε το θανατικό σε όλους τους κατοίκους και το αφάνισε από τον χάρτη. Όμως, από τις πέτρες πολλών σπιτιών από 'κει χτίστηκαν τα πρώτα σπίτια στο διπλανό χωριό, το Κυπαρίσσι. 


Είναι μεσημέρι πια και η ζέστη αρκετή... Έτσι, έφτασε κι η ώρα να πάρω τον δρόμο της επιστροφής, γεμάτη όμορφες εικόνες και ανανεωμένη από τη φοβερή βόλτα στην όμορφη αυτή τοποθεσία, αλλά και στις παιδικές μου μνήμες…

                                                                                                                                                                Α.Δ